Δευτέρα 6 Μαΐου 2013


Ζυγώνει πάλι, το σκοτάδι σαν άτυπη μορφή,
κι εγώ διπλώνω το κορμί να μην με φτάσει,
τρέχω, σκαρφαλώνω, στην πιο ψηλή κορφή,
μ' αυτή με κυνηγά, ξέρω δεν θα με χάσει.

Μοιάζει με θύελλα, μα γύρω δεν φυσά,
μοιάζει σαν το θεριό, με νύχια μαζεμένα,
όποτε με άγγιξε, μου 'κλεψε τα μισά,
απ όσα υπήρχαν στη ψυχή, αγαπημένα.

Παλιά μου γνώριμη, σχεδόν από παιδί,
ξεκίνησε σαν το κρυφτό, ένα παιχνίδι,
στο δέντρο εγώ κι εκείνη στο κλαδί,
κάτι ωραίο γύρευα κι εκείνη ένα στολίδι.

Καθώς εγώ μεγάλωνα, αυτή μ' ακολουθούσε,
δεν ήθελα να 'χω πολλά, τα λίγα με μαγεύαν,
τα πάντα είχε η μορφή, μα συνεχώς ζητούσε,
τα σπάνια, τα σιωπηλά, που στη ψυχή, χορεύαν.

Τότε κυνήγι άρχιζε και θύμωνα μαζί της,
πότε νικούσε κι έπαιρνε, όσα είχα μαζέψει,
φορές όμως υπήρχανε,μες τη κλέφτρα ζωής της,
που εγώ γινόμουν το θεριό, τίποτα μην ληστέψει.

Έχουμε φτάσει ως εδώ κι ακόμα πολεμάμε,
μα καταφέραμε κι οι δυό, κανείς να μην γνωρίσει,
όσες πληγές ανοίγουμε και πόσο μας πονάνε,
ούτε κι η κάθε μάχη μας, πόσο πολύ στοιχίζει...

Ounkas
08/02/2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου