Βαγόνια στις
ράγες κυλούν, χωρίς ήχο,
τα βλέπεις,
μα δεν τα ακούς κι απορείς,
φαντάσματα
μοιάζουν, με σκιές σ ‘ένα τοίχο,
κι όμως
υπάρχουν, να τα αγγίζεις, μπορείς.
Στο τούνελ
σαν φτάσουν, τρέχεις στην άκρη,
να σταθείς
μην τα χάσεις, θες πάλι να δεις
αν τα μάτια
σου παίζουν, παιχνίδι με λάθη,
ή αν όντως κυλάνε, ψάχνεις να βρεις.
Καθώς
προσπερνάνε, το βλέμμα σου τρέχει,
μαζί τους γι
ώρα, ώσπου να χαθούν,
τα μάτια
δακρύζουν? Ή τώρα πια βρέχει?
βαθιά σου οι
σταγόνες, λες θε να χαθούν.
Βαγόνια στις
ράγες, αθόρυβα πέρασαν,
το ξέρεις
πως ήταν αλήθεια, μα αρνείσαι,
το πώς χωρίς
ήχο, μπροστά σου προσπέρασαν,
κι αργά προς
το δρόμο, μονάχη κινείσαι.
Δεν ήταν
οράματα, ούτε όνειρο ξένο,
το μέταλλο
άγγιξες στα χέρια η υφή του,
νεκρό..
σκοτεινό.. υγρό.. παγωμένο..
σαν ένα
βουνό, με πάγο η κορφή του.
Ounkas
30/01/2014