Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012


Εκεί που η μπόρα, η βροχή, λες, πάει να κοπάσει,
τα σύννεφα να διαλυθούν και να στεγνώσει η γη,
εκεί που ένα χαμόγελο, στα χείλη πάει να σκάσει,
γεμίζοντας με ήχους πολλούς, την παγερή σιγή,

πάλι ο άνεμος φυσά και ο ουρανός σκουραίνει,
ο ήλιος κρύβεται ξανά κι άλλη μάχη, δεν δίνει,
ξέρει πως πάντα τον πονά, ότι μαζί του φέρνει,
να δει, δε θέλει άλλη φορά, τώρα το τί θα γίνει.

Δεν είναι τα θεριά της γης, μόνα τους δεν παλεύουν,
ούτε η καρδιά που πίστεψε, το κρύο πως τελειώνει,
είναι τα μάτια της ψυχής, αυτά μόνο μαντεύουν,
πως δεν θα φύγει η παγωνιά κι ας το κορμί ματώνει.

Δεν της αρκούν λίγες στιγμές, δεν τις αρκούν οι νύχτες,
να κλέβει απ τις αναπνοές και εκείνες να την ζούνε,
οίκτος δεν ξέρει τί θα πει, μόνο τους λεπτοδείκτες,
πίσω κάθε λεπτό γυρνά, άνθρωποι μην τους δούνε.

Διψά για όνειρα ζωντανά, τρέφεται και πηγαίνει,
πάντα μπροστά, πάντα μακριά, εκεί που όλα αλλάζουν,
φωνές και ήχοι όλο αντηχούν, δεν ξέρει να σωπαίνει,
κι όποιος διαβάτης κει βρεθεί, τις σκέψεις του, σκεπάζουν.

Ounkas
22/07/2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου