Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

Τα χρώματα όλα, τα έκανα φορεσιά,
το σώμα έντυσα, όμορφο να δείχνει,
να μην καεί,  να έχει όλο δροσιά,
το φως τους όμορφα, αφήνει ίχνη.

Πόσο χαρούμενο, το βλέπω να βαδίζει,
κάτω απ τον ήλιο, λάμπει σαν περπατά,
αχτίδα μοιάζει, ελπίδα που χαρίζει,
μα μια φωνή ακούω, τι να ζητά?

Ναι! Δίκαιο έχει! Ξέχασα να κρατήσω,
κάποιο απ τα χρώματα και τώρα που να βρω?
με κάτι έπρεπε και τη ψυχή να ντύσω,
και με ρωτάει, ‘εγώ έξω, πώς θα βγω?’.

Δύο χρώματα, μόνο κρατώ στα χέρια,
με και τα δύο, χρόνια τώρα φορά,
σκέφτηκα λίγο και πήρα δυό αστέρια,
τα ‘ραψα κι είδα, τη ψυχή να προχωρά.

Χαμογελούσε, γιατί δεν είχε καταλάβει,
πως η μορφή της, πολύ δεν άλλαξε,
πάνω στο μαύρο, ένα φως είχα προλάβει,
να βάλω απ τα άστρα κι όταν το κοίταξε,

Της είπα, ‘νύχτα σε έντυσα, μικρή μου,
να λάμπεις μέσα στο σκοτάδι, πάντοτε,
γιατί η μία είσαι,  η πιο ακριβή μου’,
κι αυτή χαιρόταν !, όσο ποτέ άλλοτε!.

Ounkas

13/07/2013

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου