Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014


Σπίθα, που δεν λέει να σβήσει,
να κάψει άλλο δεν έχει, μα μπορεί,
να μείνει εδώ, για αλλού μην ξεκινήσει,
να περιμένει δεν βαριέται, να χωρεί,

μες της ψυχής την ερημιά ένα φύλλο,
μια σχισμή, που σπίτι έκανε και ζει,
τα πάντα άφησε, μοιάζει καμένο ξύλο,
ότι κοιτάξεις, είναι σκόνη και σιγή.

Δεν ξέρω τι είναι αυτό που καρτερείς,
κλαδί ξερό, δεν είναι εύκολο ν’ ανθίσει,
πηγή που στέρεψε, τόσο πολύ απορείς,
κυλούσε άφθονο νερό, όλους για να δροσίσει.

Τη σπίθα βλέπεις, μα είναι αργά πολύ,
η ορχήστρα γέμισε ιστούς από αράχνη,
χορδές δεν έχει πια το υπέροχο βιολί,
το πιάνο έκρυψε, τούτη εδώ την πάχνη.

Γιατί, δεν ξέρω, μένεις εδώ και όλο κοιτάς,
είμαι ένας ναύτης, με το σκαρί, βουλιάζω,
στην δύνη μου, δεν είναι ότι εσύ ζητάς,
μα εγώ κοντά σου, στην γαλήνη πλησιάζω.

Ounkas
24/03/2014


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου