Παρασκευή 8 Ιουλίου 2016



Λευκό περιστέρι στα κλαδιά μου κρυμμένο,
ταξίδευε μέρες, να βρει τις αχτίδες,
του ήλιου που χάθηκαν, μοναχό, κουρασμένο,
σταμάτησε δίχως, να έχει ελπίδες.

Τα σύννεφα σκέπασαν, το φως που ζητούσε,
παγωνιά και βροχή, πουθενά ζωής ίχνη,
βρεγμένο κι ανήμπορο, σε τόπους γυρνούσε,
ώσπου η δύναμη σώθηκε, ουρανό μόνο δείχνει.

Τα φύλλα το τύλιξαν, για να το ζεστάνουν,
του δάσους οι κάτοικοι, του φτιάχνουν φωλιά,
εδώ δε το βρίσκουν, κακό να του κάνουν,
βροντές, μήτε χιόνι, μια αγκαλιά το φυλά.

Το βλέπω να γέρνει, ήρεμο να κουρνιάζει,
στο πυκνό φύλλωμα μου κι αμέσως κοιμάται,
μονάχα απ τα όνειρα, μπορεί να τρομάξει,
μα σφιχτά το κρατώ, για να μην φοβάται.

Μικρό περιστέρι, η μπόρα το οδήγησε,
να βρει τούτο εδώ, το τόπο να ζήσει,
κι αν όλα η βροχή, τριγύρω πλημμύρισε,
η αγάπη μου μόνο του, ποτέ δε θα αφήσει.

Ounkas
05/2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου