Παρασκευή 8 Ιουλίου 2016




Όλες οι λέξεις μαζί και με πνίγουν,
σελίδες γεμίζουν ξανά και επιμένουν,
ν αφήσω λιγάκι, απ το πόνο που κρύβουν,
για στάλα στιγμών, που εκεί ανασαίνουν.

Μα τρέχουν σαν πλήθος, που ζητά απεγνωσμένα,
να βγει απ το δρόμο, που κάποιοι του ‘κλείσαν,
κορμιά που βαδίζουν συνέχεια θαμμένα,
στην άμμο που σκέπασε, όσα ίχνη αφήσαν.

Μικρέ μου καημέ, να σε δω νοσταλγώ,
μακριά από μέρες που γεμίζουν με πόνο,
στο λιμάνι σου απόψε, ξανά ναυαγώ,
ξεχασμένος χιονάνθρωπος, στον ήλιο και λιώνω.

Μια άγρια μορφή,, που και πάλι θεριεύει,
για λίγο κι αν χάθηκε, είχε μόνο κρυφτεί,
παλεύει να φτάσει, στη ψυχή που αγριεύει,
υψώνει ανάστημα, άλλο δε θα θαφτεί.

Βαδίζει ως τη θάλασσα, την όμορφη άκρη,
δροσιά απ το άγγιγμα, να πάρει και θάρρος,
στα βράχια κι αν άφησε, σπασμένο κατάρτι,
με σθένος θα μάχεται, να ανάψει ο φάρος.

Ounkas
04/2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου