Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2017


Σκέπασε ο καπνός, της πόλης μου τα φώτα,
πυκνή ομίχλη, ταξιδεύει στα στενά,
στο νου μου έρχονται, τα όνειρα τα πρώτα,
που απ τον ήλιο, ήταν τόσο φωτεινά.

Τα σύννεφα χαμήλωσαν, από φωτιά γεμίζουν,
κάθε γωνιά, τούτης της άχρωμης ζωής,
η στάχτη κάνει, τα παράθυρα να τρίζουν,
βαραίνει ο ήχος, της πνιχτής αναπνοής.

Σπασμένες πέτρες, το ποτάμι σταματήσαν,
μετά από αιώνες, απέραντης δροσιάς,
μες την αυλή μου, τα ρόδα όλα λυγίσαν,
προσμένοντας, το μίσος της φωτιάς.

Σπουργίτια μάχονται, άνισα με ανέμους,
ψηλά να φτάσουν, πάνω απ όσα τα σκοτώνει,
βράχοι για χρόνια, στο χώμα ριζωμένους,
τους κομματιάζει σαν φτερά, τους εξοντώνει.

Οι τοίχοι έκλεισαν, το σπίτι μου μικραίνει,
σιγά σιγά… ούτε εμένα δεν χωρά…
αυτό το μίσος, το νιώθω δεν χορταίνει,
όσο γκρεμίζει… πιο γοργά θα προχωρά…


Ounkas 2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου